Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, “ΠΟΙΗΣΗ 1948” Μ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, “ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ε…1949”


ΗΜΕΡΙΔΑ
«ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ: ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ»
(Θεσσαλονίκη, 16-12-2009)
Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, “ΠΟΙΗΣΗ 1948”
Μ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, “ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ε…1949”

Αναστασία Βακαλούδη
Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων
Δυτικής Θεσσαλονίκης

NIKOΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ




ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου του 1907 στην Αθήνα. Ο πατέρας του Παναγιώτης ήταν Κωνσταντινουπολίτης και ασκούσε το επάγγελμα του εμπόρου. Από το 1923 (σε ηλικία12 χρόνων) μέχρι το 1927 φοίτησε εσωτερικός σε ένα Λύκειο στο Παρίσι, όπου διδάχθηκε και την κλασική γαλλική ποίηση. Το 1924, το μανιφέστο του Αντρέ Μπρετόν θα επηρεάσει και τον Εγγονόπουλο. Το 1927 επέστρεψε στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη θητεία του. Εργάστηκε αρχικά ως σχεδιαστής εξωφύλλων σε περιοδικά και το 1932 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, με δάσκαλο τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Παράλληλα, μαζί με τον Γιάννη Τσαρούχη, φοίτησε και στο καλλιτεχνικό εργαστήρι του Φώτη Κόντογλου. Την ίδια εποχή άρχισε να δημοσιεύει και τις πρώτες του ποιητικές συλλογές (είναι επηρεασμένος αρχικά από τον Σολωμό και τον Μπωντλαίρ).  Από τότε ξεκινά και ο διασυρμός της ποίησής του. Πολλά περιοδικά και εφημερίδες, ελληνικές και ξένες, παρωδούσαν τα ποιήματά του με εξευτελιστικά στο τέλος σχόλια. Το 1939  οργάνωσε και την πρώτη έκθεση των έργων του στη ζωγραφική. Από το 1940 αρχίζει η προσωπική του περιπέτεια.  Ήταν στην πρώτη γραμμή του Αλβανικού μετώπου από την αρχή μέχρι το τέλος. Συνελήφθη από τους Γερμανούς και αιχμάλωτος, εργάστηκε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Δεν σταμάτησε να γράφει ποιήματα με όποιον τρόπο μπορούσε. Στην ελεύθερη Ελλάδα απέκτησε ένα πλήθος από καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες με την ίδρυση συλλόγων, στους οποίους συμμετείχε ενεργά, χωρίς να σταματήσει ποτέ να ζωγραφίζει ή να γράφει. Το 1967 έγινε καθηγητής στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, στο ελεύθερο σχέδιο. Από το 1967 μέχρι και τον Αύγουστο του 1973  (οπότε και συνταξιοδοτήθηκε), θα επηρεάσει σημαντικά τη φοιτητική ζωή μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο. Στις 31 Οκτωβρίου 1985 άφησε την τελευταία του πνοή στην Αθήνα. Έργα του: - Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν – Τα κλειδοκύμβαλα της ζωής - Επτά ποιήματα - Έλευσις – Εν νθηρώ έλληνι λόγω κ.ά. Επίσης μετέφρασε πολλά έργα ξένων ποιητών.  Βαθύτατα πνευματικός άνθρωπος ο Νίκος Εγγονόπουλος, δεν ήταν μόνον ζωγράφος και ποιητής, αλλά και αληθινός στοχαστής. Παθιασμένος με τον υπερρεαλισμό μάς κληρονόμησε ένα διαχρονικό έργο μιας αποκλειστικά δικής του ατμόσφαιρας. Το έργο του Εγγονόπουλου αντιμετώπισε αρνητικές
αντιδράσεις που έφτασαν τα όρια του εμπαιγμού και της κατασυκοφάντησης. Μοναδικός συμπαραστάτης του υπήρξε ο επίσης υπερρεαλιστής Α. Εμπειρίκος. Ο ίδιος στάθηκε ακλόνητος στην κακία και την επιπόλαια άγνοια, παρ' όλη την πίκρα που ένοιωσε.  Στη ζωγραφική, δάσκαλοί του ήταν ο Κ. Παρθένης και ο Φ. Κόντογλου, άνθρωποι στους οποίους ο Εγγονόπουλος αναφερόταν πάντοτε με θαυμασμό. Ο ίδιος έλεγε: "Ως είμαι ζωγράφος το επάγγελμα και θεωρώ άλλωστε την ποίηση σαν ζήτημα εντελώς προσωπικό".
«ΠΟΙΗΣΗ 1948»Ν. Εγγονόπουλος-
Βασικάχαρακτηριστικά της ποίησης του
• Επιρροή από το κίνημα του υπερρεαλισμού.
• Τα ποιήματά του διαθέτουν χιούμορ, ταυτόχρονα όμως πικρία.
• Λόγος απλός / λιτός / καθημερινός.Ο Εγγονόπουλος όχι μόνον έχει θητεύσει
στον υπερρεαλισμό αλλά θεωρείται και από τους θεμελιωτές του ως λογοτεχνικού
ρεύματος, ειδικά στην ποίηση. Έτσι και στο κείμενο αυτό μπορούμε να διακρίνουμε
αρκετά στοιχεία υπερρεαλισμού όπως:
• Αφαιρετικός λόγος, πύκνωση νοημάτων.
• Συνυποδήλωση νοημάτων, ιστορικών γεγονότων και συναισθημάτων (στ. 2).
• Συνειρμική δίπλωση νοημάτων, αυτόματη γραφή (στίχος 17).
Και τα τρία αυτά στοιχεία εξυπηρετούν το χαμηλόφωνο ύφος και τον εξομολογητικό τόνο του κειμένου.
• Απουσία μέτρου, ομοιοκαταληξίας, στίξης και γενικά η ελευθερία στίχου.
• Ο θρυμματισμός του στίχου που εξυπηρετεί την αναλογία ατμόσφαιρας ποιήματος και εποχής αλλά και ποιήματος – ψυχισμού του ποιητή.
• Η έντονη και μακάβρια εικόνα που δημιουργείται με την παρομοίωση στους
στίχους 9-13.
• Η χρήση της ποίησης ως μέσου σύζευξης του παρόντος με το παρελθόν, των
ιστορικών γεγονότων και των συναισθημάτων, γενικών και ατομικών.Γενικά ο υπερρεαλισμός βοηθάει στην απόδοση, με λιτότητα και χωρίς μελοδραματισμό, μιας κατάστασης σπαραγμού και θανάτου που χαρακτηρίζει την εποχή στην οποία αναφέρεται το ποίημα. Παράλληλα, διευκολύνει τον ποιητή να κάνει φανερό το στόχο γραφής του ποιήματος.  Ο Εγγονόπουλος, με το ποίημα αυτό,  εξομολογείται τα συναισθήματά του σε σχέση με την εποχή, δικαιολογείται για την πενιχρή ποιητική του δημιουργία και εξομολογείται για τη φαινομενική απουσία του από τα δρώμενα.
 «ΕΜΦΥΛΙΟΣ» Θεματικός πυρήνας του ποιήματος
Ο Εγγονόπουλος γράφει το ποίημα αυτό το1948, στην κορύφωση του εμφυλίου
πολέμου, εποχή όπου κυριαρχεί ο θάνατος και ο σπαραγμός.
Το ποίημα αναφέρεται στο χρέος των ποιητών και των πνευματικών ανθρώπων,
γενικότερα, απέναντι στις επιταγές της πραγματικότητας. Ο Εγγονόπουλος εκφράζει την αδυναμία του να ανταποκριθεί στο χρέος του απέναντι στην εποχή και την τέχνη του, λόγω των τραγικών συνθηκών της εμφύλιας διαμάχης.Το ποίημα "Ποίηση 1948",  αποτελεί το αποκορύφωμα της ευαισθησίας, της αποδοκιμασίας, και της αυτοσυνειδησίας, στοιχεία που δηλώνουν ακόμα μια φορά τη πολιτική ηθική του Νίκου Εγγονόπουλου. Στο ποίημα αυτό ο Εγγονόπουλος σημειώνει την αδυναμία του να εκφράσει με λόγια την τραγωδία που ξετυλίγεται γύρω του κι έτσι παραβολικά εξομοιώνει τη διαδικασία της ποιητικής γραφής με τη διαδικασία γραφής αγγελτηρίων θανάτου.
Μορφή → Λόγος τεμαχισμένος (σχεδόν συλλαβικός) >
α) λόγω της υπερρεαλιστικής επιρροής
β) σπαραγμένος από την εποχή «εποχή του εμφυλίου σπαραγμού» →
χρονική τοποθέτηση, ιδιαίτερο νοηματικό βάρος >
α) κατασπάραξη αλλήλων,
β) βαθύς ψυχικός πόνος, συντριβή. Ο ρόλος της παρομοίωσης «ως αν να γράφονταν από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου» → τραγικότητα εμφυλίου → η ποίηση αναζητά τη θέση της ανάμεσα στο θάνατο.
Ο ρόλος της παρένθεσης (και πότε – άλλωστε- δεν ήσαν) → Αναφορά στο σταθερό
τόνο απαισιοδοξίας στην ποίησή του, ακόμη και έξω από το χρονικό πλαίσιο του
εμφυλίου.
«τόσο λίγα» → στάση ποιητή → Η ποιητική δημιουργία αναστέλλεται λόγω της εποχής →
η σιωπή αποδίδει πιο παραστατικά την αίσθηση της τραγικότητας
Στο ποίημα του Εγγονόπουλου «Ποίηση 1948», με τη χρονολογία στον τίτλο, αλλά και με τη σαφή αναφορά στην αρχή του ποιήματος τονίζεται η εποχή, καθώς και το δράμα του ελληνικού λαού από τη φρίκη του εμφυλίου πολέμου. Πρόκειται για μια εποχή αντιποιητική, καθώς κυριαρχεί ο θάνατος και ο σπαραγμός. Ο ποιητής νιώθει την ανάγκη να απολογηθεί για την ποιητική στειρότητα και δυστοκία που τον διακρίνει. Απολογείται τόσο απέναντι στην ποίησή του, όσο και απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό. Η εποχή είναι απαγορευτική τόσο για την ποίηση όσο και για τις υπόλοιπες μορφές της τέχνης. Η παρομοίωση «ως αν να γράφονταν από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου» φανερώνει το πλήθος των νεκρών, το θάνατο που αποκλείει την παρουσία της ποίησης από τη ζωή των ανθρώπων και ειδικά των ποιητών.
Ωστόσο, αξίζει να σημειώσουμε πως η αδυναμία του ποιητή να λειτουργήσει παραγωγικά εξαιτίας της περιρρέουσας πραγματικότητας αποτελεί μια επιφανειακή αντινομία, καθώς μας το ομολογεί μέσω ενός ποιήματος. Η αντινομία αυτή μετριάζεται με τη συνειδητοποίηση πως η ποίησή του είναι πικραμένη, καθώς και ο ίδιος ο ποιητής, εξαιτίας της επίγνωσης της σκληρής πραγματικότητας. Η παρενθετική πρόταση, που ακολουθεί, δηλώνει τη σταθερή μελαγχολία και απαισιοδοξία που διακρίνει την ποίηση του Εγγονόπουλου, αποτέλεσμα όλων των τραγικών ιστορικών στιγμών του ελληνικού λαού. Το ποίημα ολοκληρώνεται με την πικρία που νιώθει ο ποιητής για την ολοένα φθίνουσα ποιητική παραγωγή του, στοιχείο που αισθητοποιείται και μέσα από τους τρεις τελευταίους στίχους που αποτελούνται ο καθένας από μία και μόνο λέξη.
Ο Εγγονόπουλος εκφράζει μια παραίτηση,  μια πίκρα, αδυναμία ανταπόκρισης στο
χρέος του ποιητή, λόγω των συνθηκών τουεμφυλίου πολέμου. Ο θάνατος λειτουργεί απαγορευτικά ωςπρος την επιτέλεση του χρέους του ποιητή.

 ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ



Βιογραφικό Σημείωμα
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1925. Σπούδασε Ιατρική και ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη (1955-1956). Άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου στη Θεσσαλονίκη και το 1978 μετεγκαταστάθηκε στην Αθήνα.  Για την πολιτική του δράση στο φοιτητικό κίνημα φυλακίστηκε στο διάστημα 1948-1951, ενώ το 1949 καταδικάστηκε σε θάνατο από έκτακτο στρατοδικείο. Εμφανίστηκε στα γράμματα από το περιοδικό Πειραϊκά Γράμματα (1942) και το φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα (1944), του οποίου διετέλεσε και αρχισυντάκτης, από το τεύχος 1 (15 Φεβρ. 1944)  μέχρι και το 11-12 (1 και 15 Οκτ. 1944). Δημοσίευσε ποιήματα και κριτικά σημειώματα σε πολλά περιοδικά,  ενώ είχε και πυκνή παρουσία στην εφημερίδα Αυγή, με κείμενα για θέματα λογοτεχνικά και πολιτικά. Εξέδωσε το περιοδικό Κριτική (Θεσσαλονίκη, 1959-1961), υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας των Δεκαοκτώ κειμένων (1970), των Νέων Κειμένων και του περιοδικού Η Συνέχεια (1973).Ποιήματά του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά,  ιταλικά. Ακόμη, ποιήματά του μελοποίησαν ο Μίκης Θεοδωράκης,  ο Θάνος Μικρούτσικος, η Αγγελική Ιονάτου και ο Μιχάλης Γρηγορίου.
«ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ Ε…1949»
Μ. Αναγνωστάκης - Βασικά χαρακτηριστικά
της ποίησης του
• Η ποίησή του είναι έντονα πολιτική.
• Χαρακτήρας εξομολογητικός, επεξεργάζεται ποιητικά μνήμες και βιώματα.
• Η ειρωνεία.
• Ο τόνος της ποίησής του είναι απαισιόδοξος, αιχμηρός και διδακτικός.
• Η κυριολεξία, η ακριβολογία, η χρήση του
καθημερινού λεξιλογίου.
Θεματικός πυρήνας του ποιήματος
Ο ποιητής αντιμέτωπος με το χρέος του → να καταγγέλλει, να προβληματίζει και να αφυπνίζει την κοινή γνώμη.
• Το ποίημα δομείται πάνω σε τέσσερα ουσιαστικά
(φίλοι, φωνές, ερείπια, εφιάλτες).
• Παραστατικότητα → κλίμα απόγνωσης, φρίκης,
θανάτου, εφιαλτικών εικόνων καταστροφής, αλλά σε τόνο χαμηλό και πικρό.
• Ρόλος παρομοίωσης «Σαν τρυπημένες σάπιες σημαίες» → χρεοκοπία των ιδανικών.
• Καταληκτήριος στίχος σε παρένθεση → Η φωνή του ποιητή → Ο κοινωνικός ρόλος που καλείται να διαδραματίσει .Ο βασικός στόχος του Αναγνωστάκη είναι να δώσει με το κείμενό του μια ξεκάθαρη και ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα.  Κατά συνέπεια, κάθε εκφραστικό μέσο στο κείμενο εξυπηρετεί αυτόν το στόχο.  Τον ίδιο λοιπόν ρόλο επιτελεί και η γλώσσα, οι συγκεκριμένες λέξεις, ο τρόπος με τον οποίο εκφράζεται ο ποιητής. Ο λόγος χρησιµοποιείται από τον Αναγνωστάκη ώστε να αποδοθεί µε πληρότητα το κλίµα της καταστροφής, του πόνου και της οδύνης που κυριαρχεί στην Ελλάδα εκείνη την εποχή.
Σύγκριση των δύο ποιημάτων
Ποιητικός διάλογος γύρω από τη σχέση της ποίησης με την ιστορική πραγματικότητα
Ο τίτλος του ποιήματος του Αναγνωστάκη, Στον Νίκο Ε., η χρονολογία έκδοσής του (1949), ο ακρωτηριασμένος λόγος και το θεματικό κέντρο του ποιήματος (εμφύλιος πόλεμος)  συνηγορούν στη διαπίστωση ότι απευθύνεται στο Ν.  Εγγονόπουλο. Ο ίδιος ο Αναγνωστάκης, βέβαια, αρνείται ότι πρόκειται για απάντηση στον Εγγονόπουλο, αλλά αναφέρεται σ’ έναν νεκρό φίλο του και συναγωνιστή.  Στοιχείο που επιτείνει την άποψη ότι πρόκειται για απάντηση είναι και ο στίχος σε παρένθεση, που δείχνει την πρόθεση από µέρους του Αναγνωστάκη για έναν ευρύτερο ποιητικό διάλογο. Υπό το πρίσµα αυτό µπορούµε πράγµατι να θεωρήσουµε το ποίηµα του Αναγνωστάκη ως απάντηση στον Εγγονόπουλο. Ομοιότητες υπάρχουν ως προς το κοινό ιστορικό πλαίσιο και τη συμφωνία για την τραγικότητα της εποχής,  αξιοσημείωτες είναι και οι ομοιότητες στην τεχνική των
δύο κειμένων (ελεύθερος στίχος, ελάχιστη στίξη κ.λπ).Ως προς τη μορφή:
• ο λόγος είναι τεμαχισμένος, η διατύπωση ελλειπτική, ενώ χαρακτηρίζεται από λιτότητα εκφραστικών μέσων
• ο στίχος είναι ανισοσύλλαβος και ανομοιοκατάληκτος
• η στίξη είναι σχεδόν απούσα
• δίνονται φράσεις – στίχοι σε παρενθέσεις.
Ως προς το περιεχόμενο:
Και τα δύο ποιήματα πραγματεύονται το ίδιο θέμα: το χρέος της ποίησης και του ποιητή σε δύσκολες και αιματηρές περιόδους. Ο χρονικός πυρήνας είναι ο εμφύλιος πόλεμος και ο θεματικός τους πυρήνας η φρίκη, ο θάνατος και ο σπαραγμός που κυριαρχούν σε εποχή εμφύλιας διαμάχης. Κοινό σηµείο των δύο ποιηµάτων είναι και το ότι αποτελούν ποιήµατα για την ποίηση.  ∆εν αρκούνται, δηλαδή, στο να καταγράψουν ή να σχολιάσουν την ιστορική πραγµατικότητα, αλλά δηλώνουν και την άποψή τους για το ρόλο της ποίησης και το χρέος του ποιητή µέσα σ’ αυτήν την εποχή καθώς και για την επίδραση της εποχής στην ποιητική τους δηµιουργία. Μελετώντας συγκριτικά τα δύο ποιήματα
διαπιστώνουμε ότι η διαφοροποίησή τους έγκειται σε κάποια νοηματικά στοιχεία:Ο Εγγονόπουλος αναφέρεται υπαινικτικά στον εμφύλιο και στο κλίμα του με την επιλογή συγκεκριμένων λέξεων (εμφύλιου σπαραγμού,  αγγελτήρια θανάτου).  Ο Αναγνωστάκης παρουσιάζει παραστατικά την εφιαλτική εποχή με την παράθεση οπτικοακουστικών εικόνων.Η σημαντικότερη διαφορά, όμως, έγκειται στη θέση τους για τη στάση του πνευματικού ανθρώπου και ειδικότερα του ποιητή απέναντι στη ζοφερή πραγματικότητα.  Ο Εγγονόπουλος υποστηρίζει ότι η ποίηση σε στιγμές τραγικές για το λαό και τη χώρα
προβάλλει ως περιττή πολυτέλεια, είναι μάταιη. Γι’ αυτό και ο ίδιος λαμβάνει απόφαση για ακύρωση της λειτουργίας της ποίησης, για σιωπηρή αποχή από τα τραγικά δρώμενα. Πιστεύει ότι δεν ταιριάζει στην ποίηση να καταγράφει και να σχολιάζει την ιστορική πραγµατικότητα, ειδικά σε τέτοιες τραγικές εποχές. ∆ε θεωρεί χρέος του ποιητή να σχολιάζει την πραγµατικότητα και να χρησιµοποιεί την πένα του για να εκφράσει τις απόψεις του.  Μια τέτοια ενέργεια κάνει την ποίηση να µοιάζει παράταιρη και ιερόσυλη. Μάλιστα,  µας δηλώνει και την επίδραση της εποχής στην ποίησή του. Έτσι, η εποχή συνθλίβει την έµπνευσή του και παράλληλα φορτίζει αρνητικά την ατµόσφαιρα του έργου του. Ο Αναγνωστάκης αντίθετα, θεωρεί ότι χρέος του ποιητή είναι να καταγράψει ποιητικά και να καταγγείλει τη ζοφερή πραγματικότητα,  να αφήσει δηλαδή ένα αδιάψευστο ντοκουμέντο της τραγικής εποχής. Ακολουθεί έναν δρόµο πιο µαχητικό · εκλαµβάνει την ποίηση ως µέσον καταγγελίας των γεγονότων.  Θεωρεί ότι η ποίηση και ο ίδιος ως ποιητής έχουν χρέος όχι µόνο να καταγράψουν την ιστορική πραγµατικότητα αλλά και να τη σχολιάσουν, να την καυτηριάσουν, να εκφράσουν την άποψή τους. Έτσι, η ποίησή του αποδίδει µε ωµό ρεαλισµό την πραγµατικότητα και µοιάζει να αποτίει φόρο τιµής στους «χαµένους φίλους».  Αυτό, µάλιστα, δεν αποτελεί µόνο χρέος συνείδησης, αλλά και ευθύνη απέναντι στην κοινωνία, στους συνανθρώπους του. Είναι χρέος και µάλιστα ύψιστο του ποιητή να εκφράζεται για να καθοδηγεί τους συνανθρώπους του, να τους ευαισθητοποιεί και να τους παρακινεί σε δράση.Ο Αναγνωστάκης, κινούµενος στα πλαίσια της «αντιστασιακής ποίησης», προσπαθεί να δηµιουργήσει στους αναγνώστες του µηχανισµούς εσωτερικής αντίστασης και να προωθήσει έτσι την αντίδραση προς την καθεστηκυία τάξη.  Παράλληλα, µε την αποστροφή του προς τους άλλους ποιητές, «µα ποιος µε πόνο θα µιλήσει για όλα αυτά;», προσδίδει στην ποίηση και µία ακόµη ιδιότητα. Την καθιστά βήµα και αφορµή διαλόγου, ανταλλαγής απόψεων και επικοινωνίας µεταξύ των ποιητών.

Συγκριτική ανάγνωση

Είναι φανερό πως το ποίημα του Αναγνωστάκη αποτελεί «απάντηση» στο ποίημα του Εγγονόπουλου. Αυτό φανερώνει ο τίτλος (Στον Νίκο Ε. ...), η χρονολογία (1949, δηλαδή το έτος που κυκλοφόρησε η συλλογή του Εγγονόπουλου), η σκόπιμη μίμηση της ποιητικής γραφής του Εγγονόπουλου από τον Αναγνωστάκη και –πάνω απ’ όλα- η θεματική σχέση.
Ο Εγγονόπουλος γράφει το ποίημά του το 1948, έτος που ο εμφύλιος βρίσκεται στο κορύφωμά του. Χαρακτηριστικά της εποχής: ο σπαραγμός, ο θάνατος. Μια τέτοια εποχή θεωρείται αντιποιητική. Η ποίηση δείχνει μάταιη και εξωπραγματική πολυτέλεια. Τι νόημα μπορεί να έχει η ποίηση σε μια τόσο σκληρή εποχή; Πώς είναι δυνατό να λειτουργήσει; Καλύτερα λοιπόν η σιωπή˙ αυτή θα έδινε ίσως περισσότερο αποκαλυπτικά τη διάσταση της τραγικότητας. Ωστόσο ο Εγγονόπουλος τα επισημαίνει αυτά γράφοντας ποίηση. Τα ποιήματά του διακρίνονται εξαιτίας όλων αυτών για την –πρόσθετη- πίκρα τους και για την ποσοτικά περιορισμένη παραγωγή (τόσο λίγα).
Κοιτάζοντας τη μορφή του ποιήματος σταματάμε πρώτα στον τεμαχισμένο λόγο. Βέβαια ο τρόπος αυτός γραφής του Εγγονόπουλου είναι γνωστός από τη θητεία του ποιητή στον υπερρεαλισμό (μαζί με τον Εμπειρίκο και το Γκάτσο της Αμοργού μπορεί να θεωρηθεί από τους πιο αυθεντικούς υπερρεαλιστές). Σε συσχετισμό όμως με το θέμα και την εποχή ο τεμαχισμένος λόγος παίρνει μια πρόσθετη διάσταση: Μοιάζει σα να σπαράχτηκε κι αυτός από το μακελειό. Λόγος ακρωτηριασμένος, σχεδόν συλλαβικός, ένα μοναχικό ψέλλισμα.
Αυτόν το ακρωτηριασμό του λόγου στην εποχή του εμφύλιου σπαραγμού ο Αναγνωστάκης τον υιοθετεί στο δικό του ποίημα γιατί τον αναγνωρίζει. Όμως δε συμφωνεί με την άποψη της ποιητικής παραίτησης, που προτείνει ο Εγγονόπουλος. Η πολιτική συνείδηση του Αναγνωστάκη, διαμορφωμένη στο χώρο της Αριστεράς, δεν του υπαγορεύει μόνο την ποίηση αλλά και την ποιητική. Περισσότερο αγωνιστικός και περισσότερο κοντά στην ιδέα της στρατευμένης ποίησης, ο Αναγνωστάκης πιστεύει στη ρεαλιστική άποψη της τέχνης – «καθρέφτη» της ζωής και της πραγματικότητας. Πιστεύει τέλος στον κοινωνικό ρόλο του καλλιτέχνη που συνίσταται στη συμμετοχή και στην καταγραφή του καιρού του, μια καταγραφή που γίνεται ισοδύναμη με την καταγγελία. Με το σκεπτικό αυτό κάθε ιδέα ποιητικής παραίτησης θα μπορούσε να θεωρηθεί λιποταξία.
Η εποχή, που στον Εγγονόπουλο απλώς ονομάζεται (του εμφυλίου σπαραγμού) και μόνο υπαινικτικά καθορίζεται (αγγελτήρια θανάτου) στον Αναγνωστάκη προσδιορίζεται με συγκεκριμένο περιεχόμενο: χαμός, θάνατοι, φωνές, ερημιά, ερείπια, εφιάλτες. Ποιος, αν όχι ο ποιητής, θα μιλήσει «με πόνο» γι’ αυτά; Η ευαισθησία δηλαδή του ποιητή είναι η μόνη εγγύηση για τη σωστή καταγραφή που θα κάνει εντονότερη την καταγγελία για την απανθρωποποίηση της ζωής. Η τάση του Αναγνωστάκη να λέει τα πράγματα με τ’ όνομά τους είναι χαρακτηριστικό της ρεαλιστικής ποιητικής γραφής του.
Μια παρατήρηση του Δ. Ν. Μαρωνίτη: Η ροπή του Αναγνωστάκη τείνει ακριβώς στο να καθηλώσει και να συντηρήσει μέσα στις ποιητικές του «Εποχές» και στις «Συνέχειες» τους ό,τι η πρόοδος του χρόνου ζητά να αναλώσει, να εξαγοράσει ή να ευτελίσει: δημιουργούνται έτσι συνεχή φράγματα στη ροή του χρόνου, στερεοποιώντας κρίσιμες παρωχημένες εποχές, και προβάλλονται αργότερα τα ρημαγμένα τους πια είδωλα συνεχώς και επίμονα στο ποιητικό παρόν.
(Από το βιβλίο Ποιητική και πολιτική ηθική, Κέδρος, 1976).

Κώστας Μπαλάσκας, Νεοελληνική Ποίηση, Κείμενα, Ερμηνεία, Θεωρία,
Επικαιρότητα, 1980, σ. 123-125



Ασκήσεις τύπου Πανελληνίων Εξετάσεων (μια επιλογή από την Τράπεζα θεμάτων του ΚΕΕ)
Α. Στοιχεία που αφορούν στο συγγραφέα,  λογοτεχνικό περιβάλλον και λοιπά γραμματολογικά στοιχεία:
1. Να καταγράψετε   για το καθένα από τα δύο ποιήματα πέντε υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά   με συγκεκριμένες παραπομπές στα κείμενα (Μον. 15)
Β. Δομή του κειμένου,  επαλήθευση ή διάψευσης μιας κρίσης με βάση το κείμενο,  εκφραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου  (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):
1.  Να εντοπίσετε στοιχεία της ποιητικής γραφής    που υποστηρίζουν το χαμηλόφωνο και
εξομολογητικό ύφος  και των δύο ποιημάτων. (Μον. 20) 
2.  Εκτιμάται ότι το ποίημα του Μ.  Αναγνωστάκη    Στον Νίκο Ε… 1949 αποτελεί μια ποιητική απάντηση στο ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου Ποίηση 1948.  Να επαληθεύσετε την εκτίμηση αυτή με συγκεκριμένα τεκμήρια από τα δύο ποιήματα. (Μον. 20)
Γ. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:
 «(και πότε - άλλωστε - δεν ήσαν;)», « (Μα ποιος με πόνο θα μιλήσει για όλα αυτά;)». 
Να σχολιάσετε το περιεχόμενο των δύο στίχων από το ποίημα του Εγγονόπουλου και του
Αναγνωστάκη αντίστοιχα σε δύο παραγράφους (140-160 λέξεις) (Μον. 25)
Δ. Σχολιασμός αδίδακτου λογοτεχνικού κειμένου: 
Να συγκρίνετε τη στάση που κρατούν για το ρόλο της ποίησης σε δυσμενείς συνθήκες οι ποιητές
Νίκος Εγγονόπουλος,  Μανόλης Αναγνωστάκης και Τάκης Βαρβιτσιώτης με βάση τα ποιήματα
Ποίηση 1948, Στον Νίκο Ε… 1949, Όταν ο ποιητής…  αντίστοιχα. (Μον. 20) 
Τ. Βαρβιτσιώτη: Όταν ο ποιητής…
Όταν ο ποιητής 
Ανοίγει τα μάτια του 
Στο καθημερινό θαύμα 
Εμφανίζονται σιγά - σιγά 
Όλα τα πένθιμα φαντάσματα 
Όλα τα όνειρα τα λυπητερά 
Σαν κεριά που καπνίζουν 
Τότε με το χλωμό του δάκτυλο 
Χαράζει τ’ αρχικά της αστραπής 
Πάνω στη στιβαγμένη σκόνη 
Πάνω στο πρόσωπο της χρονιάς 
Που γέρνει 
Μαστιγωμένο απ’ όλους τους ανέμους 
Αλλάζει τη λάσπη 
Σε κρουνούς από φωτεινό αίμα 
Μεταμορφώνει το θάνατο 
Σ’ ερωτικό τραγούδι 
Ω ποίηση αναμάρτητη 
Εμπιστευμένη στη δροσιά της θύελλας 
Ω ποίηση ατελεύτητη 
Φτεροκόπημα χελιδονιών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: