Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2012

ΑΓΑΘΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ


ΑΓΑΘΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ

 

Σεμινάριο φιλολόγων



Πάτρα 17 Δεκεμβρίου 2006



Γέννηση – Καταγωγή


    Ο Γεώργιος Μ. Βιζυηνός (1849-1896), ποιητής και πεζογράφος, γεννήθηκε σε μια κωμόπολη της ανατολικής Θράκης, τη Βιζύη (ή Βιζώ ή Βίζα), μια όμορφη μικρή πόλη με ιστορικό παρελθόν. Η μητέρα του, η Δεσποινιώ, καταγόταν από μια πόλη στη Μαύρη Θάλασσα. Ο πατέρας του, ο Μιχαήλος, παντρεύτηκε τη Δεσποινιώ το 1844 και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά, το Χρηστάκη, την Άννα, τον Γιωργή (αργότερα Γεώργιο Βιζυηνό), την Αννιώ και τον Μιχαήλο που γεννήθηκε το 1854, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα του.


 

Οι κυριότεροι σταθμοί της ζωής του

    Στο Δημοτικό της Βιζώς: όταν (δεν) μάθαινε να λέει τη μηλιά «μηλέα» à  Στην Πόλη σε ραφτάδικο à  Στην Κύπρο για κληρικός à Στο Φανάρι, ιεροσπουδαστής στη Θεολογική σχολή της Χάλκης – Γνωριμία με τον τυφλό Φαναριώτη ποιητή Ηλία Τανταλίδη και τον μελλοντικό ευεργέτη του Γεώργιο Ζαρίφη à Στην Αθήνα -Γυμνάσιο Πλάκας- Βραβεύσεις-Φιλοσοφική Σχολή à Σπουδές στη Γερμανία (Γκαίτινγκεν,  Λειψία) à  Στο Παρίσι  (1882) à Στο Λονδίνο (1883), όπου έγραψε τα περισσότερα διηγήματά του à  Στην Αθήνα- ψύχωση με ένα μεταλλείο στην Α. Θράκη  à Σφοδρός έρωτας για την Μπετίνα Φραβασίλη à Εγκλεισμός στο Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρείο à Θάνατος από «προϊούσα γενική παράλυση».


 


Τα διηγήματά του

    Έγραψε οκτώ διηγήματα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα: Το αμάρτημα της μητρός μου (1883), Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπόλεως (1883), Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου (1883), Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας (1884), Πρωτομαγιά (1884), Το μόνον της ζωής του ταξείδιον (1884), Διατί η μηλιά δεν έγινε μηλέα (1885) και Ο Μοσκώβ-Σελήμ (μετά το 1886, ίσως το 1895).


Το αυτοβιογραφικό υπόβαθρο


    Τα περισσότερα διηγήματα του Βιζυηνού έχουν αυτοβιογραφικό υπόβαθρο, επιλογή η οποία δε θεωρήθηκε «μυθοπλαστική αδυναμία», αλλά αποδόθηκε ψυχολογικά:

v στην υπερβολική ευαισθησία του,

v στην προσπάθειά του να «συντηρήσει» το παρελθόν αναζητώντας τον εαυτό του,

v στην ενδόμυχη ευχαρίστησή του να μιλά για τον εαυτό του και

v στην ανάγκη του να δώσει πραγματολογική διάσταση και ρεαλισμό στη διήγησή του (Β. Αθανασόπουλος).

    Σκοπός του «δεν είναι να αυτοβιογραφηθεί και ν’ αφηγηθεί τα ατομικά του παθήματα και τα παθήματα της οικογένειάς του, αλλά να συνθέσει έργα ικανά να δώσουν μια εικόνα του ανθρώπινου δράματος, όπου ο μύθος, η πλοκή και τα πρόσωπα να κινούνται και να συμπλέκονται με τη δύναμη του μοιραίου» (Κ. Στεργιόπουλος).










1. Το αμάρτημα της μητρός μου

    Βασικό θέμα ð ο θάνατος.

    Δομικός άξονας ð η ασθένεια της Αννιώς και οι μάταιες προσπάθειες της

    μητέρας να τη σώσει, για να εξιλεωθεί από μια κρυφή αμαρτία.

    Θεματικός πυρήνας ð το συναίσθημα ενοχής της μητέρας και η επίδραση που είχε στον ψυχισμό του αφηγητή .


Το βιωματικό υλικό

 

      Τα οικογενειακά ονόματα (Δεσποινιώ Μηχαλιέσα, Αννιώ, Γιωργής, Μιχαλιός, Χρηστάκης)

      Ο θάνατος του πατέρα και της Αννιώς

      Η παραμονή του αφηγητή στην Πόλη

      Το ταξίδι του στην Κύπρο

      Η δεύτερη μετάβασή του στην Πόλη

 

Η αφηγηματική προοπτική


    Στο «Αμάρτημα της μητρός μου» η δομή είναι κυκλική, όπως και σε όλα τα διηγήματα του Βιζυηνού: αναπτύσσεται γύρω από ένα αίνιγμα που προτείνεται στον τίτλο και το οποίο λύνεται στο τέλος (π.χ. Ποίος ήτο ο φονεύς του αδελφού μου) κρατώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο μέχρι τέλους.



Η ιδιοτυπία της αφήγησης


    Σύμφωνα με την κλασική αφηγηματική πλοκή, ο μύθος ακολουθεί τρία στάδια:

       τη δέση

       την κορύφωση

       τη λύση

    Στο συγκεκριμένο διήγημα δεν έχουμε μονοκεντρισμό της πλοκής, αλλά έκταση της αφήγησης σε περισσότερα του ενός επεισόδια. Με την επιλογή της τεχνικής της απόκρυψης, η δέση-κορύφωση-λύση συμπυκνώνονται στην εξομολόγηση της μάνας.

Η ιδιοτυπία της πλοκής

    Συγκεκριμένα, η πλοκή του διηγήματος συνδυάζει τη μυστηριακή ατμόσφαιρα και τις μεταβλητές οπτικές γωνίες (του παιδιού-αφηγητή, του ενήλικου-αφηγητή και της μάνας) και θεμελιώνεται σε αντιθετικά μοτίβα:

      της πλάνης και αυταπάτης

      της διπλής αλήθειας

      της διπλής πραγματικότητας

      της αμφισημίας και της σχετικότητας


Η ιδιότυπη εστίαση

     Σ’ αυτή την ιδιόρρυθμη πλοκή η εστίαση είναι αναγκαστικά εσωτερική. Η αφήγηση δίνεται από την οπτική γωνία ενός παιδιού που σταδιακά μεταβάλλεται (μεταβλητή εστίαση). Κάποιες στιγμές όμως ο αφηγητής-παιδί φαίνεται να γνωρίζει τα συναισθήματα και τα κίνητρα των υπολοίπων προσώπων. Κι ενώ η εσωτερική εστίαση επιβάλλει περιορισμένη γνώση, σε σχέση με το λαογραφικό υλικό ο αφηγητής έχει στάση παντογνώστη, αφού επεμβαίνει για να επεξηγήσει και να σχολιάσει έθιμα και λαϊκές δοξασίες, δηλώνοντας ότι γνωρίζει περισσότερα από κάθε άλλο αφηγηματικό πρόσωπο. Η εσωτερική οπτική γωνία του αφηγητή διευρύνεται επίσης με την αναφορά σε εξωτερικά συμβάντα στα οποία ο αφηγητής δεν είχε προσωπική συμμετοχή, είχαν όμως άμεση σχέση με αυτόν.

 

Η οπτική γωνία

    Η οπτική γωνία του αφηγητή είναι περιορισμένη. Σ’ αντίθεση με της μητέρας του, που παραμένει αμετάβλητη, η δική του ωριμάζει. Ο αφηγητής και η μητέρα του είναι τα μόνα πρόσωπα με αφηγηματικές λειτουργίες στο κείμενο· τα υπόλοιπα αποτελούν απλά σημεία αναφοράς (δυαδική αφηγηματική δομή / δυαδική οπτική γωνία αφηγητή).

    Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας οργανώνει την πλοκή είναι πρωτότυπος. Παρουσιάζει στην ουσία μια ιστορία, της οποίας το νήμα ξετυλίγεται από δύο διαφορετικά χρονικά σημεία και από δύο διαφορετικές οπτικές γωνίες, στο τέλος όμως τα δύο νήματα συνυφαίνονται. Είναι η ιστορία της οικογένειας του αφηγητή, που την παρακολουθούμε στο μεγαλύτερο μέρος του διηγήματος από την οπτική γωνία του Γιωργή, ενώ το τελευταίο τμήμα παρουσιάζεται από την οπτική γωνία της μητέρας. Οι δύο αφηγητές έχουν διαφορετική χρονική αφετηρία. Ο Γιωργής ξεκινά από την ασθένεια της αδελφής του και φτάνει στην εξομολόγηση της μητέρας και η μητέρα αρχίζει την ιστορία της λίγα χρόνια πριν από τη γέννηση του Γιωργή και καταλήγει στο ίδιο σημείο, παρακάμπτοντας όσα ήδη ειπώθηκαν.


Ο χρόνος της αφήγησης

 

 Το «Αμάρτημα της μητρός μου» αφηγείται ένα παλιό επεισόδιο (μακριά από τον ενεστώτα της γραφής). Το επεισόδιο εκτείνεται σε εικοσιοκτώ χρόνια, αλλά η αφήγηση δεν είναι ευθύγραμμη στο παρελθόν: στηρίζεται σε αναχρονίες (κυρίως αναδρομές ή αναλήψεις ) και γι’ αυτό στο κείμενο

    παρεμβάλλονται φράσεις  που σχετίζονται με τη λειτουργία της μνήμης του αφηγητή (π.χ. ενθυμούμαι…).

    Με την τεχνική αυτή

    η πλοκή κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και διατηρεί παράλληλα και το μυστήριο στη στάση της μητέρας, που προσημαίνεται στον τίτλο του διηγήματος.


Αφηγηματικά μοτίβα

    Σημαντικοί συντελεστές πλοκής είναι και τα αφηγηματικά μοτίβα του διηγήματος:

      Η επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς

      Η αυξανόμενη αφοσίωση της μητέρας σ’ αυτήν

      Η κλιμακούμενη αδιαφορία της μητέρας προς τα αγόρια

    Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής στοργής.



Το μοτίβο της επιδείνωσης

    Η συνεχής επιδείνωση της ασθένειας της Αννιώς αποτελεί σταθερό αφηγηματικό μοτίβο μέσω του οποίου εξελίσσεται η πλοκή και περιγράφεται ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά της μητέρας. Η φράση επαναλαμβάνεται με διάφορες παραλλαγές.

    Το μοτίβο είναι σημαντικό:

      από άποψη τεχνικής γιατί συντελεί στη χρονική μετάβαση στην επόμενη φάση της ασθένειας.

      από πλευράς περιεχομένου τονίζει την εντατικοποίηση των φροντίδων της μητέρας και την αυξανόμενη αδιαφορία της προς τα αγόρια.

Η αυξανόμενη αφοσίωση της μητέρας σ’ αυτήν

       Η τραγική και πονεμένη μητέρα, «που χτυπήθηκε άγρια από τη μοίρα», αφοσιώνεται απόλυτα στην ασθένεια της κόρης της αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο. Είναι τόσο μεγάλο το ψυχικό της δράμα και το πάθος της να σώσει την Αννιώ, ώστε κλονίζει μέσα στην ψυχή του αφηγητή τη «βεβαιότητα» της ίσης προς όλα τα παιδιά μητρικής στοργής και τον κάνει ακούσια να υποφέρει από την αδιαφορία της απέναντί του. Η μητέρα αντιλαμβάνεται τον πόνο του αγοριού μόνο μετά την πανικόβλητη φυγή του από την εκκλησία, γι’ αυτό και του δείχνει τρυφερότητα στο σπίτι.

 

Η κλιμακούμενη αδιαφορία της μητέρας προς τα αγόρια

    Ο αφηγητής σημειώνει με πίκρα την κλιμακούμενη - με την ασθένεια της Αννιώς - «θλιβεράν» αδιαφορία της μητέρας του, όχι μόνο προς αυτόν αλλά και προς κάθε τι που δεν είχε σχέση με αυτήν. Το αποκορύφωμα ήταν όταν άκουσε τη μητέρα στην προσευχή της να κάνει μια πρώτη νύξη της αμαρτίας της, εξαιτίας της οποίας πίστευε ότι την τιμωρούσε ο Κύριος και με άφθονα δάκρυα και αναστεναγμούς να ξεστομίζει τον απελπισμένο λόγο: «- Σου έφερα δύο παιδιά μου στα πόδια σου … χάρισέ μου το κορίτσι!».


Το μοτίβο της στέρησης της μητρικής στοργής

    Η ψυχολογία αναφέρει ότι είναι τραυματική  εμπειρία για ένα  παιδί ο πρόωρος ή απότομος απογαλακτισμός και μπορεί να δημιουργήσει στο παιδί σύνδρομο αποστέρησης. Ίσως, πράγματι, ο αφηγητής να μην μπόρεσε ποτέ να απαλλαγεί από το σύνδρομο αυτό, το οποίο, σε συσχετισμό με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα που πιθανόν είχε, τον έκανε να υποφέρει βαθιά. Απόδειξη αυτού είναι το ότι δεν ένιωθε ζήλια για τη συμπεριφορά του πατέρα του προς την Αννιώ, παρόλο που και αυτός την είχε «μη στάξη και την βρέξη». Η αγάπη και των δύο γονέων ήταν βέβαια δεδομένη, άσχετα με το αν την ένιωθε ο Γιωργής ή όχι. Η ίδια η μητέρα τονίζει την αγάπη της στο Γιωργή (την απέδειξε άλλωστε και με την πράξη αυτοθυσίας της) και αναφέρει ότι ράγιζε η καρδιά της που τον έβλεπε να μαραίνεται από τη ζήλια.

Αναδρομικές αφηγήσεις / Αναλήψεις

 

      Η παρουσίαση της σύνθεσης του μοιρολογιού του πατέρα από ένα Γύφτου, που συνέθεσε το μοιρολόγι κατά παραγγελία της μητέρας και το συνόδεψε  με τη λύρα.

      Η αυτοθυσία της μητέρας στο ποτάμι. Ο αφηγητής μας γυρίζει πίσω στο χρόνο, στον καιρό της πρώτης υιοθεσίας, όταν θέτοντας τη ζωή της η μητέρα σε κίνδυνο τον έσωσε από βέβαιο πνιγμό.

      Η ιστορία του αμαρτήματος της μητέρας, η πιο εκτεταμένη αναδρομική αφήγηση με το σημαντικότερο ρόλο στην πλοκή, γιατί αποκαθιστά την πραγματικότητα, ερμηνεύει τη συμπεριφορά της μητέρας και δικαιολογεί τη στάση της.

 

Η πρόδρομη αφήγηση / πρόληψη

    Στο διήγημα έχουμε μια χαρακτηριστική πρόδρομη αφήγηση όταν ο αφηγητής παρουσιάζει προκαταβολικά τις περιπέτειες που επρόκειτο να περάσει στην ξενιτιά και τους καημούς που θα πρόσφερε στη μητέρα του κατά την περίοδο της απουσίας του. Ο ώριμος αφηγητής, που είχε γνώση του τι επακολούθησε, τονίζει την ειρωνεία της υπόσχεσης ενός δεκάχρονου παιδιού στη μητέρα του, που σε εκείνη τη φάση όχι μόνο τον εαυτό του δεν μπορούσε να θρέψει αλλά και αγνοούσε πόσες πίκρες επρόκειτο να ποτίσει τη μητέρα του φεύγοντας, αντί να την ανακουφίσει.


Τα αφηγηματικά επίπεδα

    Η ιστορία της μητέρας έχει το ίδιο σημείο αφετηρίας όπως και το διήγημα, ξεκινάει δηλαδή με την Αννιώ. Η μητέρα αφηγείται τη δραματική της ιστορία, που αποτελεί μια μακροσκελή ανάληψη (αναδρομική αφήγηση) και μια αφήγηση μέσα στην αφήγηση (εγκιβωτισμένη αφήγηση), με χρονική αφετηρία την  περίοδο πριν από τη γέννηση της Αννιώς. Έτσι, μεταβαίνουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο αφήγησης, το μεταδιηγητικό.

Σχηματική παράσταση της αφηγηματικής δομής

 

     
Αφηγητής

Γιωργής

Μητέρα
Σχέση
Εξωδιηγητική
Ενδοδιηγητική
Επίπεδο
Εξωδιηγητικό
Μεταδιηγητικό
Εστίαση
        
     Οπτική γωνία
Εσωτερική
Παιδί Γιωργής
           Ώριμος Γιωργής
Εσωτερική
                                   σταθερή

Οι αφηγηματικοί τρόποι

      Στο διήγημα ξεχωρίζει η απαράμιλλη αφηγηματική δύναμη, η περιγραφική δεξιοτεχνία και η ψυχογραφική δύναμη με την οποία ο συγγραφέας διεισδύει στην παιδική ψυχή.

      Η αφήγηση εναλλάσσεται με το διάλογο, ενώ οι περιγραφές είναι περιορισμένες και οργανικά ενταγμένες στην αφήγηση. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σε κάποια σημεία μετατρέπεται σε εσωτερικό μονόλογο. Στην αφήγηση παρεμβάλλονται σχόλια για τα ήθη και έθιμα της εποχής και αποδίδονται σε ελεύθερο πλάγιο λόγο οι σκέψεις άλλων.


Το τέλος της αφήγησης

    Με την εξομολόγηση της μητέρας, θεματικά, ολοκληρώνεται η ιστορία και λύνεται το αίνιγμα του τίτλου. Συναισθηματικά, η μητέρα εξιλεώνεται στην ψυχή του αναγνώστη τόσο ως προς τη στέρηση αγάπης προς το γιο όσο και ως προς την αμαρτία της. Το αμάρτημά της μπορεί να ήταν μεγάλο, αφού κατέληξε σε παιδοκτονία, το πλήρωσε όμως ακριβά με την ηθική της δοκιμασία και με τη συναίσθηση της ενοχής της.



Η μυστηριώδης, αινιγματική πλοκή, η περίπλοκη αφηγηματική προοπτική, οι πολλαπλές αντιθέσεις (αλήθεια/πλάνη, άγνοια/γνώση, φως/σκότος κτλ.), η ρεαλιστική αφήγηση, οι ψυχογραφικές εμβαθύνσεις είναι μόνο μερικές από τις ιδιότυπες αφηγηματικές τεχνικές του Βιζυηνού που τον καθιστούν πρωτοποριακό διηγηματογράφο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: